Εκνευριστική TV (3ο): SUPER DEAL (ουστ, όρνια συγγενείς!)

Κάθε φορά που βλέπω το Super Deal στην τηλεόραση, συγχύζομαι αφάνταστα!Ένας κακομοίρης, με την καρδιά στο στόμα, ανοίγει βαλίτσες και δίπλα του, μαζεμένοι 10 συγγενείς, του πρήζουν το στομάχι…

Ο Φερεντίνος, προφανώς, αρέσκεται στο να καταστρέφει οικογένειες! Αλλιώς δεν εξηγείται που σε κάθε γύρο τους ρωτάει όλους «Τι νούμερο προτείνετε;» Οπότε, έχουμε αυτομάτως δύο πιθανότητες: α) ο παίκτης τους ακούει, βγάζει μεγάλο ποσό και μετά πλακώνονται στο σπίτι ή β) δεν τους ακούει, ανοίγει όποια βαλίτσα θέλει, βγάζει πάλι μεγάλο ποσό και μετατρέπεται αυτομάτως στον πανίβλακα της οικογένειας που πάντα κάνει του κεφαλιού του! (εντάξει, υπάρχει και η περίπτωση να βγει μικρό νούμερο, αλλά δεν μου αρέσουν τα happy end!)

Έχω βαρεθεί να ακούω ηλίθιες ατάκες του στυλ: «Όχι, μην ανοίξεις το 12!»
Γιατί, γλυκιά μου; Τι σε χαλάει στο 12; Είδες όραμα προχθές το βράδυ, μήπως; Κατέβηκε ο Αη-Γιώργης με το άλογο και σου είπε: «Πες στον άντρα σου να αποφεύγει τις βαλίτσες με το νούμερο 12»; Κι αρχίζουν όλοι, μετά: «Όχι το 5, όχι το 22, όχι το 16….» Ε, για σταθείτε! Κάποια στιγμή πρέπει να ανοίξουμε και καμιά βαλίτσα, δεν ήρθαμε για καφέ με τον Φερεντίνο!
Οι πιο εκνευριστικοί είναι αυτοί που έχουν πιο προσωπική άποψη!
«Όχι το 5, το 6 να ανοίξεις!»
Γιατί, είναι πιο στρογγυλό; Είναι σημαδιακό το νούμερο; Μήπως είστε ο Σούπερμαν και έχετε ακτίνες Χ;
«Το 6 να ανοίξεις! Έχω προαίσθημα!»
Αν έχεις προαίσθημα, κάτσε στο μπαλκόνι παρέα με το σκύλο να προβλέπετε τους σεισμούς!

Και φυσικά, ΟΛΟΙ έχουν άποψη! Η μάνα, η πεθερά, η γυναίκα, ο ξάδελφος, η αρραβωνιαστικιά του ξαδέλφου… Μόνο ο τραπεζίτης δεν έχει κατέβει ακόμα να προτείνει βαλίτσα! Όλοι οι άλλοι προτείνουν και από ένα νούμερο! Το 1, το 4, το 18, το 26… Διότι, ως γνωστόν, όποιος συμμετέχει στο παιχνίδι αυτό, έχει τις δυνάμεις του Άγγελου Πράσινου, του πανίσχυρου μέντιουμ! Όλοι ξέρουν ποιες είναι οι καλές βαλίτσες! Όλοι μαντεύουν που είναι τα μικρά ποσά… Και το συζητάνε και μεταξύ τους! «Ποιο να ανοίξει; Να ανοίξει το 17;» «Α, πα πα! 17; Χάλια νούμερο! Να ανοίξει το 11» κτλ.

Ο καημένος ο παίκτης, απλώς κάνει το διακοσμητικό! Του κρεμάνε κάνα παλτό, κάνα καπέλο… Θα με πείτε χαιρέκακο, αλλά το ευχαριστιέμαι αφάνταστα όταν πετάγεται ο εξυπνάκιας της οικογένειας και λέει επιτακτικά: «Θα ανοίξεις αυτό το νούμερο» και μόλις ανοίγει η βαλίτσα, σκάνε φάτσα φόρα τα 500 χιλιάρικα! Κι εκεί, φυσικά, ο παίκτης έχει το βλέμμα απόγνωσης «Να τον αρχίσω τώρα στα χαστούκια ή να περιμένω το break;», ο εξυπνάκιας φαφλατάς, κατακόκκινος, ψάχνει να βρει αν έχει πίσω πόρτα το στούντιο, ενώ η υπόλοιπη οικογένεια, απλώς αναρωτιέται «Αυτός ο ηλίθιος από ποιο σόι πήρε;»

Άλλο τραγικό σε αυτό το παιχνίδι είναι το κοινό. Η βοήθειά του είναι πραγματικά χρήσιμη, αφού σε κάθε πρόταση του τραπεζίτη, ακούς ταυτόχρονα 200 φωνές να ουρλιάζουν «Πάρτα», «Φύγε», «Πάτα το», «Κλείστο»… ενώ παράλληλα κραδαίνουν και τα χαρτονάκια τους «Deal» «No deal»… Υπάρχουν ακόμη και οι ριψοκίνδυνοι που ενώ ο παίκτης έχει μείνει με δύο βαλίτσες και πρόταση για καμιά 60αρα χιλιάδες ευρώ (μικροποσά) φωνάζουν κουβαρντιλίδικα: «Συνέχισε»! Ώπα, ρε μεγάλε, Ωνάση! Αν χάσει, θα του τα δώσεις εσύ τα 60 χιλιάρικα;

Από την άλλη, έχουμε τις γκαντεμομοντέλες που κρατάνε τις βαλίτσες… Έχω παρατηρήσει το εξής, λοιπόν: κάθε φορά που μία από αυτές ανοίγει το στόμα της και εύχεται «καλή επιτυχία», ή τα 200 χιλιάρικα θα έχει, ή τα 300! Αφού, αν έπαιζα εγώ, θα τους απαγόρευα ρητά να ανοίξουν το στόμα τους! «Σκάσε, γλυκιά μου και άνοιξε τη βαλίτσα, γιατί αν το γρουσουζέψεις, θα σε βάλω να φας με το ζόρι τρεις σοκολατίνες!»

Αλλά το τραγικότερο απ’ όλα είναι όταν αρχίζει ο τραπεζίτης να δίνει μεγάλα ποσά! Εκεί, βλέπεις τα μάτια των συγγενών να αστράφτουν! Υγραίνεται το στόμα, διαστέλλονται οι κόρες και αρχίζουν ήδη να σκέφτονται πώς θα φάνε τα λεφτά (που θα κερδίσει ο άλλος, αλλά δεν έχει σημασία! Μια οικογένεια είμαστε!) Εκεί, λοιπόν, οι συγγενείς-όρνια χωρίζονται σε δύο κατηγορίες:
α) Οι ξελιγωμένοι! «Πάρε τα λεφτά! Σε ξορκίζω! Πάρτα! Πάτα το κουμπί!» Κι αρχίζουν τα παρακάλια και τα χοροπηδητά, μην τυχόν και χάσουν το κελεπούρι.
β) Οι άπληστοι! Μόλις ακούνε το 5ψήφιο νούμερο, αρχίζουν τους υπολογισμούς. Πόσες βαλίτσες έμειναν, πόσα μεγάλα ποσά έχουν, πόσα θέλουν για να αγοράσουν το κάμπριο κ.ο.κ. Και αρχίζουν κι αυτοί το παραμύθι: «Άλλη μία βαλίτσα! Παίξε άλλη μία! Είναι μεγάλα τα ποσά! Έχεις τα 100, έχεις τα 200, έχεις τα 500, είσαι Θεός…» κ.ο.κ.

Και ο καημένος ο παίκτης, με την υπέρταση να έχει χτυπήσει κόκκινο, έχει από τη μία τον Φερεντίνο να του ζαλίζει τον έρωτα (όπως κάθε παρουσιαστής) κι από την άλλη το σόι με τα μαχαιροπήρουνα στο χέρι… Αν σταματήσει νωρίς και έχει μεγαλύτερο ποσό, θα τον κατασπαράξουν οι μισοί (με την κλασική υστερική να φωνάζει: «Το έλεγα εγώ! Το έλεγα εγώ!» -σήκω παίξε εσύ, μωρή καμήλα, με εκείνον να φωνάζει μέσα στ’ αυτιά σου όλη την ώρα, να δούμε πώς θα τα πας- ενώ αν συνεχίσει και τα χάσει όλα, θα τον κατασπαράξουν οι άλλοι μισοί (και η καμήλα που επέμενε να συνεχίσει, δεν έχει σημασία! Στις κρίσεις οι οικογένειες συσπειρώνονται!)

Αναρωτιέμαι… Γιατί δεν έχει βρεθεί ακόμα ένας χριστιανός να φωνάξει: «ΟΥΣΤ ΑΠΟ ΔΩ, ΟΡΝΙΑ! ΔΙΚΑ ΜΟΥ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΛΕΦΤΑ ΚΙ ΟΤΙ ΓΟΥΣΤΑΡΩ ΘΑ ΚΑΝΩ!»;